Ούτε μια ερώτηση για την προειδοποίηση Αλέκου Παπαδόπουλου για δημοσιονομικό εκτροχιασμό
Μία ακόμα χαμένη ευκαιρία συζήτησης για το δημοσιονομικό και τα πραγματικά μείζονα στην οικονομία, το πολυσυζητημένο DEBATE των πολιτικών αρχηγών…
Στις πολλές ερωτήσεις που έγιναν, ανάμεσα στις οποίες ορισμένες ήταν και καίριες και επαγγελματικές, δεν έγινε ωστόσο ούτε μία που να αφορά την πραγματική δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Αντίθετα, ακούστηκαν ουσιαστικά μόνον αυτά που ήθελαν να πουν οι ίδιοι οι αρχηγοί, με την ανοιχτή επιστολή του πρώην υπουργού Οικονομικών Αλέκου Παπαδόπουλου να αποσιωπάται από τους πάντες, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων, παρά το γεγονός ότι αρχικά αυτή αναδείχθηκε από αρκετά μέσα, προτού στη συνέχεια «αποσιωπηθεί» όλως αιφνιδίως…
Προφανώς δεν συμφέρει ιδιαίτερα τα δυο μεγάλα κόμματα που διαπληκτίζονται για το μέγεθος των παροχών και το κόστος των κυβερνητικών προγραμμάτων τους, τα στοιχεία – καταπέλτης που καταγράφει ο Αλέκος Παπαδόπουλος στην ανοικτή του επιστολή προς Μητσοτάκη – Τσίπρα και Ανδρουλάκη. Και στην οποία, όχι απλώς προειδοποιεί τους πολιτικούς αρχηγούς για δημοσιονομικό εκτροχιασμό, αλλά επιπλέον, παραθέτει έξι σημαντικά στοιχεία, που στοιχειοθετούν την «εξαφάνιση» του ελλείμματος πολλών δις και τις διόγκωσεις δημόσιου και κρατικού χρέους.
Αν και τα σχετικά στοιχεία αγνοήθηκαν πλήρως κατά τη διάρκεια του debate από τους ερωτώντες δημοσιογράφους ως ερώτημα, οι επισημάνσεις ωστόσο του παλαίμαχου ηπειρώτη πολιτικού, που διακρίθηκε πάντα για την ειλικρίνειά του, φαίνεται πάντως ότι βρήκαν μεγάλη απήχηση σε επιχειρηματικούς κύκλους, κυρίως του βιομηχανικού και ενεργειακού χώρου και μάλιστα σημαντικούς.
Επιχειρηματικοί κύκλοι συμμερίζονται τις ανησυχίες του πρώην υπουργού
Διακεκριμένοι επιχειρηματίες, σχολιάζαν χθες χαρακτηριστικά, ότι και από την δική τους πλευρά, φοβούνται ότι το δημοσιονομικό είναι έτοιμο να «ξεφύγει» εκ νέου, ενώ κάποιοι εκτιμούσαν ότι σε συνδυασμό με τα πρόσφατα σημάδια της διεθνούς οικονομικής ύφεσης, μια νέα κρίση είναι πιθανόν να ξαναχτυπήσει την πόρτα μας, ακόμα και από τον ερχόμενο χειμώνα…
Για όσους γνωρίζουν οικονομικά, τα έξι στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν από τον Αλέκο Παπαδόπουλο στην ανοικτή του επιστολή προς τους αρχηγούς των μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων, αναζωπυρώνουν πράγματι, εύλογες ανησυχίες των επιχειρήσεων, οι οποίες δεν θέλουν προφανώς να δουν τον εφιάλτη μιας νέας κρίσης χρέους να επιστρέφει.
Είναι δε τόσο σημαντικά, που κατά την εκτίμηση και επιμελητηριακών φορέων της αγοράς, θα έπρεπε να απαντηθούν επισήμως στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου, αλλά και της τηλεοπτικής αναμέτρησης των πολιτικών αρχηγών, έστω και αν το προεκλογικό σκηνικό δεν ευνοεί καθόλου τέτοιες συζητήσεις…
Έστω και μόνον για να ανοίξει η συζήτηση για την χάραξη μιας σταθερής Εθνικής Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Γιατί μόνον τότε είναι σίγουρο ότι θα δρομολογηθούν με μεγαλύτερη σταθερότητα και οι επενδύσεις και η ανάπτυξη.
Ο Αλέκος Παπαδόπουλος, αν και απολύτως ενεργός πολίτης, απέχει συνειδητά από την πολιτική, δεν διεκδικεί κανένα αξίωμα και δεν έχει απολύτως κανένα συμφέρον από τα αιχμηρά θέματα που έθεσε, δημιουργώντας προφανώς αντιδράσεις στους αρμόδιους για τον χειρισμό της δημοσιονομικής πολιτικής.
Αντί της «φανταιζί» εκδήλωσης του debate…
Θα ήταν πολύ προτιμότερο, αν αντί για την «φανταιζί» εκδήλωση του debate των πολιτικών αρχηγών είχαμε μια συζήτηση γύρω από αυτά τα θέματα:
Ποια είναι τα δημοσιονομικά περιθώρια που πραγματικά υπάρχουν, τι κίνδυνοι υπάρχουν και πώς θα πρέπει αυτά να διαχειριστούν. Και βέβαια, ξεκινώντας από τα κρίσιμα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο Αλέκος Παπαδόπουλος.
Αυτά που συνδέονται άμεσα με την πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για το πρωτογενές πλεόνασμα 273 εκ. με το οποίο «έκλεισε» το 2022, πλην όμως αποσιωπούνται, όπως επισημαίνει ο πρώην υπουργός Οικονομικών. Καταδεικνύουν δε την εξαφάνιση του ελλείμματος πολλών δισεκατομμυρίων, καθώς και της πρωτοφανούς διόγκωσης δημόσιου και κρατικού χρέους.
Το πρώτο στοιχείο, αφορά στο αποτέλεσμα εκτέλεσης του Προϋπολογισμού, που ήταν ήταν έλλειμμα της τάξης του 4.727 εκ. (επισημαίνεται ότι το αποτέλεσμα του Προϋπολογισμού είναι η διαφορά ανάμεσα στα έσοδα και τις δαπάνες περιλαμβανομένων των τόκων, ενώ το πρωτογενές αποτέλεσμα είναι η διαφορά ανάμεσα στα έσοδα και τις δαπάνες χωρίς τους τόκους).
…μια συζήτηση για το αν πράγματι «εξαφανίστηκε» το έλλειμμα
Το δεύτερο στοιχείο, αφορά στο ύψος του δημόσιου χρέους, το οποίο σε απόλυτους αριθμούς ξεπέρασε αυτό που υπήρχε κατά την κορύφωση της πρόσφατης κρίσης χρέους το 2011 και έφτασε τα 356.256 εκ. (171,3% του ΑΕΠ). Πρόκειται δηλαδή για το υψηλότερο ποσοστό από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Το τρίτο στοιχείο, αφορά στο ύψος του κρατικού χρέους. Αυτό, ξεπέρασε το ποσοστό στο οποίο είχε φτάσει κατά την κορύφωση της πρόσφατης κρίσης χρέους το 2011 για να καταλήξει στο τέλος του 2022 στα 400.276 εκ., δηλαδή σε ποσοστό 192,4% του ΑΕΠ! Και αυτό το ποσοστό, είναι μακράν το υψηλότερο από την είσοδο της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
Υπερδιπλασιασμός δανεισμού του Κράτους από φορείς Γενικής Κυβέρνησης;
Το τέταρτο στοιχείο, αφορά στα εύλογα ερωτηματικά από την τεράστια διαφορά (44,1 δισ.) μεταξύ δημόσιου και κρατικού χρέους. Η διαφορά αυτή ήταν μόλις 12 δισ. το 2011 και 25 δισ. το 2019. Δεδομένου ότι είναι απίθανο όλοι οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης μαζί να έχουν χρέος πολύ μικρότερο από το χρέος του Κράτους το οποίο είναι ένας μόνο από τους εκατοντάδες φορείς της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάτια ότι έχει γίνει το εξής:
Το υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να εμφανίσει το δημόσιο χρέος μικρότερο, υπερδιπλασίασε κατά την εκτίμηση του πρώην υπουργού το δανεισμό του Κράτους από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και απέφυγε ισόποσο δανεισμό από τις αγορές.
Συγκεκριμένα, ο ΟΔΔΗΧ είχε δανειστεί στις 31.12.2022 από την Τράπεζα της Ελλάδος με συμφωνίες επαναγοράς (repos) διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης 46,7 δισ. Το χρέος όμως αυτό δεν προσμετράται στο δημόσιο χρέος, αφού στο δημόσιο χρέος προσμετράται μόνο το χρέος του Κράτους προς τους δανειστές του εκτός Γενικής Κυβέρνησης.
Κι εδώ προκύππτει το πέμπο σημείο ενδιαφέροντος: Οι όγκοι δημόσιου και κρατικού χρέους εμβάλλουν σε ανησυχία σχετικά με τη δυνατότητα του Κράτους να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Ήδη, υπάρχουν απλήρωτες ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις 2.502 εκ. τέλος Μαρτίου 2023, εκκρεμείς επιστροφές φόρων 658 εκ., έχει ετεροχρονιστεί η πληρωμή δαπανών 1.383 εκ. ευρώ και υπήρχαν μέχριο πρότινος εκκρεμείς καταπτώσεις εγγυήσεων 1.300 εκ. και άλλες άγνωστες υποχρεώσεις.
Τι γίνεται με τα ταμειακά διαθέσιμα;
Και το έκτο σημείο ενδιαφέροντος: Αν και η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα (περίπου όσα παρέλαβε το 2019, 36-38 δισ.) και εξασφαλίζουν μία άνεση δανεισμού, από τα παραπάνω δεδομένα ανακύπτουν τα παρακάτω σοβαρά και κρίσιμα ερωτήματα:
Αν τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης είναι 36-38 δισ., τότε πώς μπόρεσε η Κυβέρνηση να δανειστεί 46,7 δισ. στις 31.12.2022; Και, εμπάση περιπτώσει, αφού η Κυβέρνηση έχει ήδη δανειστεί και δαπανήσει όλα τα διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, πώς αυτά εξακολουθούν να είναι διαθέσιμα για την αντιμετώπιση μιας έκτακτης ανάγκης; Και επιπλέον, τα διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων (Κοινό Κεφάλαιο) με τι όρους τα δανείστηκε η Κυβέρνηση από την Τράπεζα της Ελλάδος και είναι σε θέση η Κυβέρνηση να τα επιστρέψει ώστε να αξιοποιηθούν αποδοτικότερα;
Τα παραπάνω, συμβαίνουν σε μία περίοδο που δεν έχει κατακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα, κάτι που σημαίνει ότι τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται ακόμη εκτεθειμένα στη ζώνη της κερδοσκοπικής κατηγορίας ] και η κατ’ εξαίρεση αγορά τους από την ΕΚΤ δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη και άνευ όρων τα περιθώρια επιπλέον δανεισμού για τη χώρα είναι πολύ περιορισμένα.
Περάσαμε πολλά, έχουμε δικαίωμα να ξέρουμε
Αλήθεια, δεν δικαιούμαστε ως πολίτες που ζήσαμε όσα ζήσαμε κατά την δεκαετή κρίση χρέους να γνωρίζουμε τι συμβαίνει με τα δημοσιονομικά; Η σταθερότητα της οικονομικής ανάπτυξης δεν θα έπρεπε να είναι το διακύβευμα των επικείμενων εκλογών;
Σε κάθε περίπτωση και οι απλοί πολίες και ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας, αναμένει από την κυβέρνηση διευκρινίσεις, για να συνεχίσει απρόσκοπτα τις επενδύσεις και την αναπτυξιακή προσπάθεια.
Και βέβαια, με την ευκαιρία της ανοιχτής αυτής επιστολής του πρώην υπουργού, μακάρι να ανοίξει η συζήτηση για την χάραξη μιας σταθερής Εθνικής Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Τότε είναι σίγουρο ότι, θα δρομολογηθούν με μεγαλύτερη σταθερότητα και οι επενδύσεις και η ανάπτυξη.