Παρά τις προκλήσεις χωροθέτησης και υψηλού κόστους, τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ενεργειακή Αξιοποίηση Αποβλήτων παραμένει μονόδρομος
Επιμένει το ΥΠΕΝ στην Ενεργειακή Αξιοποίηση Αποβλήτων και Βιομάζας με τον Γενικό Γραμματέα Διαχείρισης Αποβλήτων, Μανώλη Γραφάκο, να επιβεβαιώνει δημόσια τις επόμενες φθινοπωρινές πρωτοβουλίες προς αυτήν την κατεύθυνση.
Οι λόγοι για τους οποίους υποστηρίζεται η συγεκριμένη επιλογή, παρά τις σημαντικές προκλήσεις χωροθέτησης, αλλά και υψηλού κόστους των μονάδων Ενεργειακής Αξιοποίησης Αποβλήτων είναι πολλοί. Επί του αποτελέσματος όμως και επί χάρτου, συνοψίζονται σε έναν: Τα στοιχεία, που εδώ και καιρό έχει στη διάθεσή του το υπουργείο, από τα ισοζύγια του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων – ΕΣΔΑ καταδεικνύουν, ότι χωρίς την θερμική επεξεργασία των υπολειμμάτων, ο στόχος του 10% κ.β. δεν μπορεί να επιτευχθεί.
Βέβαια, το υπουργείο, δεδομένης και της έντονης κριτικής που δέχεται για την συνεχιζόμενη, εξαιρετικά χαμηλή θέση της Ελλάδας στην ανακύκλωση στην ΕΕ (μόλις το 20% επί των παραγόμενων σκουπιδιών), διευκρινίζει με κάθε ευκαιρία, ότι η ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων προωθείται, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, παρέχοντας δηλαδή ουσιαστική επεξεργασία αποβλήτων, μόνον όπου η ανακύκλωση δεν είναι κατάλληλη, και εντασσόμενη πλήρως στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας.
Σύμφωνα με την πάγια εκτίμηση του ΓΓ. Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων, Μανώλη Γραφάκο, η Ελλάδα θα πετύχει το 2030 ποσοστό ταφής κάτω του 10%, δηλαδή πέντε χρόνια νωρίτερα από τον ευρωπαϊκό στόχο, καθώς μέχρι τότε θα έχουν ολοκληρωθεί οι μονάδες επεξεργασίας αποβλήτων και θα έχει προχωρήσει και η ενεργειακή αξιοποίηση.
Ολοκληρώνοντας τη μελέτη
Το ΥΠΕΝ, που έχει την ευθύνη εφαρμογής αυτής της διαδικασίας, έχει αναθέσει σχετική μελέτη σκοπιμότητας, στις εταιρείες Enviroplan και ΕΠΤΑ και έχει παραλάβει τα παραδοτέα του πρώτου σταδίου που αφορούν τον προσδιορισμό της ποσότητας και ποιότητας των αποβλήτων (υπολείμματα ΑΣΑ ή δευτερογενή καύσιμα) που μπορούν να οδηγηθούν προς ενεργειακή αξιοποίηση, αλλά και την αποτύπωση της σημερινής κατάστασης σχετικά με το σύστημα διαχείρισης στερεών αποβλήτων. Επιπλέον, γίνεται καταγραφή των δρομολογημένων έργων, του χρονοδιαγράμματος υλοποίησης, όπως επίσης αναλύεται και η ζήτηση με βάση την οποία θα αιτιολογείται η εκτίμηση των ποσοτήτων των παραγόμενων υπολειμμάτων και δευτερογενών καυσίμων σε επίπεδο χώρας και η γεωγραφική τους κατανομή.
Το δεύτερο στάδιο, που επίσης έχει προχωρήσει πολύ, προβλέπει διαβουλεύσεις με την αγορά σχετικά με την εκτίμηση ποσοτήτων απορρόφησης δευτερογενών καυσίμων από την τσιμεντοβιομηχανία και τη γεωγραφική κατανομή τους, κάτι που έχει ήδη γίνει και την διερεύνηση άλλων ενεργοβόρων παραγωγικών μονάδων ικανών να απορροφήσουν δευτερογενή καύσιμα και εξέταση του τρόπου μεταφοράς τους.
Στο τρίτο στάδιο, προβλέπεται η ανάλυση επιλογών σχετικά με τον αριθμό και τη δυναμικότητα των μονάδων, όπως επίσης και την ενδεικτική προτεινόμενη θέση τους σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας ή ειδικά στην περίπτωση της Αττικής, σε επίπεδο Περιφέρειας.
Σύμφωνα με τον κ. Γραφάκο, με την ολοκλήρωση της μελέτης, το ΥΠΕΝ θα προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες νομοθετικές πρωτοβουλίες και στη συνέχεια θα περάσει στην υλοποίηση.
Το «αγκάθι» της χωροθέτησης
Το μεγάλο «αγκάθι», που αφορά, όχι απλώς την ολοκλήρωση της μελέτης, αλλά και την συνολικότερη επιτυχία των Μονάδων Ενεργειακής Αξιοποίησης, οι οποίες προβλέπονται πλέον ρητά από τον Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Αποβλήτων – ΕΣΔΑ (ΦΕΚ A’ 185/29.09.2020), αφορά την χωροθέτηση. Πρόκειται, για μία ιδιαίτερα δύσκολη άσκηση που δεν έχει λυθεί, ιδιαίτερα σε επίπεδο Περιφέρειας Αττικής όπου προβλέπεται να ενταχθεί μία μονάδα, ενώ για τις εκτός Αττικής μονάδες καύσης, οι προσπάθειες συνεχίζουν να επικεντρώνονται στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας και πιθανόν Μεγαλόπολης με τη ΔΕΗ να αναλαμβάνει την υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού στα πρώην λιγνιτικά της πεδία στην Πτολεμαίδα. Ένα δεύτερο «αγκάθι» πέραν της χωροθέτησης είναι και η βιωσιμότητα αυτών των πρότζεκτ, καθώς απαιτούν πολλά κεφάλαια, τόσο για την κατασκευή, όσο και για τη λειτουργία. Στο πλαίσιο μιας μελέτης προκαταρκτικής αξιολόγησης εναλλακτικών τεχνολογιών ενεργειακής αξιοποίησης αποβλήτων η/και δευτερογενών καυσίμων με θερμική επεξεργασία υπό το πρίσμα του νέου ΕΣΔΑ 2020-2030, που εκπονήθηκε από την ENVIROPLAN A.E. για λογαριασμό του ΥΠΕΝ πραγματοποιήθηκε Swot Analysis των εξεταζομένων τεχνολογιών ενεργειακής αξιοποίησης στην Ελλάδα.
Τα αποτελέσματά της μελέτης για την καύση παρουσιάστηκαν προ μηνών από τον κ. Χρήστο Τσομπανίδη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της ENVIROPLAN AE, στο συνέδριο για την Ενεργειακή Αξιοποίηση των Απορριμμάτων – Βιομάζα της Α Energy με επιστημονικό εταίρο την ΕΕΔΣΑ και είναι ιδιαίτερα επίκαιρα.
Τα συνοψίζουμε:
Πλεονεκτήματα για την Ελλάδα
- Ώριμη τεχνολογία και επαρκής τεχνογνωσία διαθέσιμη από τη λειτουργία μονάδων σε βιομηχανική κλίμακα διεθνώς
- Πολλά επιτυχημένα παραδείγματα εφαρμογής τεχνολογιών καύσης στο εξωτερικό
- Βαθμός απόδοσης τεχνολογιών καύσης σε σχέση με τις εναλλακτικές τεχνολογίες ενεργειακής αξιοποίησης
- Επίτευξη των πιο αυστηρών ορίων εκπομπών της ΕΕ
- Χαμηλές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (σημαντικά χαμηλότερες και ελεγχόμενες εκπομπές αερίων, χαμηλή παραγωγή υγρών αποβλήτων, μικρός βαθμός υπολειμμάτων προς διάθεση)
- Ευελιξία και διαθεσιμότητα καυσίμου
- Παραγωγή ενέργειας που μπορεί να καταταχτεί στις ΑΠΕ
- Αύξηση του χρόνου ζωής των υφιστάμενων ΧΥΤΥ Ανακύκλωση μετάλλων και αξιοποίηση τέφρας πυθμένα
Ευκαιρίες
- Να γίνει η Ελλάδα σημαντικός πυλώνας για τη μείωση της διάθεσης αποβλήτων στην Ελλάδα και την παράλληλη αύξηση της ανακύκλωσης
- Να δημιουργήσει νέες, υψηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας
- Να μετριάσει την κλιματική αλλαγή
- Να δημιουργήσει έσοδα για τους ΦοΔΣΑ από την πώληση ανακυκλώσιμων προϊόντων και ενέργειας
- Να δώσει τη δυνατότητα χρήσης υφιστάμενων υποδομών (π.χ. λιγνητικές μονάδες) αντί για κατασκευή νέας μονάδας
- Να συνδέσει μη αξιοποιήσιμη ενέργεια (θερμική) με τεχνολογίες εναλλακτικών καυσίμων (π.χ. υδρογόνο)
Αδύνατα σημεία – Απειλές
Στα αδύνατα σημεία περιλαμβάνονται:
- Το Υψηλό κόστος επένδυσης (CAPEX)
- Πιθανοί γεωγραφικοί περιορισμοί χωροθέτησης
- Η Έλλειψη έμπειρου προσωπικού στην Ελλάδα
- Υψηλά λειτουργικά κόστη (OPEX)
Ενδεχόμενες απειλές
- Επιδοτήσεις για την παραγωγή ενέργειας πιθανώς χαμηλότερες από ΑΠΕ
- Φαινόμενα NIMBY
- Αύξηση τιμών αναλωσίμων
- Πιθανές αλλαγές στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία διαχείρισης αποβλήτων
- Δυσκολία περιβαλλοντικής αδειοδότησης μονάδων και άδεια λειτουργίας
Τι γίνεται στην Ευρώπη
Αν όμως τα παραπάνω αποτελούν τροφή για σκέψη (και αποφάσεις) στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, λειτουργούν σήμερα 492 Μονάδες Ενεργειακής Αξιοποίησης. Από αυτές, οι 81, έχουν κατασκευαστεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2009. Η συντριπτική πλειονότητά των παραπάνω μονάδων, λειτουργεί με τεχνολογίες καύσης με κινούμενη εσχάρα (moving grate incineration) και ακολουθούν οι τεχνολογίες καύσης με ρευστοποιημένη κλίνη (fluidized bed), με τάση μείωσης των τελευταίων.
Σύμφωνα με τον χάρτη πορείας του Confederation of European Waste-to-Energy Plants (CEWEP) “Waste-to Energy Sustainability to 2035”, η ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων θα συνεχίσει να αποτελεί πηγή δευτερογενών πρώτων υλών και εν μέρει Ανανεώσιμη Πηγή Ενέργειας για την κυκλική οικονομία και να συμβάλλει στους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2030 για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.
Η πρόβλεψη του CEWEP είναι ότι όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση συμμορφωθεί με τους παραπάνω φιλόδοξους στόχους, θα εξακολουθεί να υπάρχει κενό 41 Mt/έτος δυναμικότητας προς ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων.
Σε κάθε περίπτωση, η ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων έχει αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και διεθνείς οργανισμούς ως μια από τις λύσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας, η οποία μπορεί να έχει οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη μέσω αποτελεσματικής χρήσης των φυσικών πόρων, μειωμένων εκπομπών, δημιουργίας θέσεων εργασίας και προώθησης της καινοτομίας. Ο δρόμος για την εφαρμογή της και στην Ελλάδα δεν είναι εύκολος, χρειάζεται ακόμα εκτεταμένη ενημέρωση και όχι μόνον , αλλά φαίνεται ότι οι συνθήκες για την έλευσή της είναι πολύ πιο ώριμες σε σχέση με το παρελθόν. Η ένταξή της άλλωστε στον Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Αποβλήτων – ΕΣΔΑ δεν αφήνει περιθώρια για οπισθογύρισμα, παρά μόνον για σωστή και συνετή διαχείριση του όλου θέματος.