Ακανθώδη ερωτήματα για την υπερθέρμανση της αγοράς ΑΠΕ, χωρίς να έχουν εξασφαλιστεί η απαραίτητη ζήτηση και οι υποδομές
To ερώτημα αν ο “Γολγοθάς” που διανύουν οι επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα οδηγήσει σε Ανάσταση (και τι είδους Ανάσταση), απασχολεί το τελευταίο διάστημα την αρμόδια Πολιτεία, επενδυτές και καταναλωτές για διαφορετικούς λόγους.
Η αυξημένη δυνατότητα των Διαχειριστών, ΑΔΜΗΕ – ΔΕΔΔΗΕ, να κλείνουν όσο είναι αναγκαίο την παροχή ενέργειας από ΑΠΕ με νομοθετική ρύθμιση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, είναι ένα ακόμα δείγμα των δυσκολιών ή έμμεση παραδοχή ότι οι επενδύσεις στις ΑΠΕ θα συνδέονται εφεξής με υψηλότατο ρίσκο;
Κι ακόμα, ποιες μπορεί να είναι οι δύσκολες αποφάσεις στις οποίες φαίνεται να οδηγούνται ΥΠΕΝ – κυβέρνηση, για να αντιμετωπιστεί εκ των υστέρων η υπερθέρμανση της αγοράς χωρίς να έχουν εξασφαλιστεί ζήτηση και υποδομές;
Εκρηκτικό το επενδυτικό κλίμα
Ακανθώδη τα ερωτήματα και ειδικά όταν κάθε εμπλεκόμενη πλευρά έχει την δική της οπτική. Για τους επενδυτές των ΑΠΕ, ο “Γολγοθάς” συνίσταται στην εξαιρετικά χαμηλή ζήτηση που οδηγεί πλέον συχνά ακόμα και στο μηδέν τις τιμές της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, καθώς επίσης περικοπές στην έγχυση των μονάδων και στα έσοδά τους.
Και μάλιστα χωρίς προειδοποίηση, αφού οι διαχειριστές του δικτύου μεταφοράς – διανομής, ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ, αναγκάζονται όταν χρειάζεται να περικόψουν την πλεονάζουσα ενέργεια που δέχεται το σύστημα για την αποφυγή Μπλακ άουτ. Τις προάλλες, με νομοθετική ρύθμιση του ΥΠΕΝ, διευρύνθηκαν ακόμα περισσότερο οι δυνατότητες του ΑΔΜΗΕ να προχωρά σε περικοπές σε σημείο διακοπής της παραγωγής ακόμα και ολόκληρης μονάδας.
Το κλίμα στον χώρο είναι εκρηκτικό και τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για τις μη καθετοποιημένες μονάδες, δηλαδή τους μικρότερους ανεξάρτητους παραγωγούς, που έχουν λάβει δάνεια από τράπεζες με βάση την πλήρη απόδοση των μονάδων τους. Βέβαια, κάθε επένδυση έχει τα ρίσκα της και τα δέκα χρόνια που μας χωρίζουν από την μεγάλη περιπέτεια των περικοπών των αποζημιώσεων ΑΠΕ στο πλαίσιο του New Deal το 2014 δεν είναι τόσο μακρινά… Πρόκειται για ένα κλασσικό δείγμα των αρνητικών συνεπειών που μπορεί να προκαλέσει η υπερθέρμανση μιας αγοράς και το οποίο θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο σχεδιασμό κάθε νέας επένδυσης.
Γιατί φτάσαμε σε υπερθέρμανση…
Το ίδιο βέβαια ισχύει και για την αρμόδια Πολιτεία καθώς, παρά το δίδαγμα του 2014, δεν έλεγξε τον ρυθμό ωρίμανσης και ένταξης των νέων έργων ΑΠΕ στο Σύστημα: Όπως αποδεικνύεται σήμερα, οι επενδύσεις προπορεύτηκαν κατά πολύ της ανάπτυξης και ένταξης συστημάτων αποθήκευσης και νέων υποδομών δικτύων, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν το πρωτοφανές κύμα επενδύσεων.
Η ελκυστικότητα των επενδύσεων της πράσινης μετάβασης με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, η υποβάθμιση του κινδύνου από μια νέα υπερθέρμανση της αγοράς των ΑΠΕ για επενδυτές και καταναλωτές, αλλά και του απαιτούμενου χρόνου για τις απαραίτητες υποδομές δικτύων και αποθήκευσης, είναι κάποιες από τις αιτίες που οδήγησαν στην υπερθέρμανση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2020, στην κορύφωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για τις ΑΠΕ, τα απλοποιημένα αιτήματα για χορήγηση Βεβαιώσεων Παραγωγού προς τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας – ΡΑΕ, ήταν της τάξης των 10 GW+ / κύκλο !!!
Αχαρτογράφητα νερά
Σήμερα, η μεγάλη προσφορά πράσινης ενέργειας «βραχυκυκλώνει» το σύστημα μεταφοράς και επιπλέον ξεπερνάει κατά πολύ τις συνολικές ανάγκες της χώρας για ηλεκτρικό ρεύμα. Οι επενδύσεις στις ΑΠΕ βρίσκονται για ακόμα μια φορά στην ιστορία τους σε αχαρτογράφητα νερά με επαπειλούμενη άμεση μείωση των εσόδων τους.
Χαρακτηριστικό των σύνθετων νομικών θεμάτων που εγείρονται λόγου χάριν από τις περικοπές του ΑΔΜΗΕ, είναι το γεγονός ότι δεν έχει ακόμα διευκρινιστεί το ποιος τελικά θα χρηματοδοτήσει τις αποζημιώσεις που θα δοθούν στους παραγωγούς για τις περικοπές. Όπως μάλιστα διευκρίνισε τις προάλλες ο γενικός διευθυντής ρυθμιστικής πολιτικής του ΑΔΜΗΕ, κ. Νίκος Μπουλαξής, στη συζήτηση στην επιτροπή παραγωγής και εμπορίου της Βουλής για τη σχετική ρύθμιση του ΥΠΕΝ, σε περικοπές λόγω χαμηλής ζήτησης δεν ευθύνεται ο διαχειριστής. Αντίθετα πρέπει να προστατευτεί για να μην αντιμετωπίσει αγωγές από τους επενδυτές λόγω απώλειας εσόδων από τις διακοπές λειτουργίας των σταθμών τους.
Η χαμηλή ζήτηση
Το πιο ουσιαστικό όμως θέμα που αντιμετωπίζουν οι επενδύσεις στις ΑΠΕ δεν είναι οι περικοπές, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς θα αυξάνονται, αλλά οι μέσο και μακροπρόθεσμες προοπτικές για την ζήτηση πράσινης ενέργειας. Ήδη, παρά τις αρχικές εκτιμήσεις των αρμοδίων αρχών, η εξέλιξη της ζήτησης το 2024 κινήθηκε σε πτωτικά επίπεδα σε σχέση με το 2023 κυρίως λόγω του καλού καιρού και όχι μόνο. Χρειάζονται προφανώς πιο ρεαλιστικά πλάνα, που όμως με βάση τα σημερινά δεδομένα δεν μπορούν να είναι ιδιαίτερα ευοίωνα.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε τις προάλλες ο κ. Ηλίας Κακιόπουλος, Γενικός Γραμματέας της Ελληνικός Σύνδεσμος Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΕΣΜΥΕ), στο πλαίσιο ημερίδας που διοργανώθηκε από τον Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ), το πρόβλημα της ζήτησης δεν λύνεται με την ενσωμάτωση των αποθηκευτικών μέσων στο δίκτυο.
Η σημασία της βιομηχανικής παραγωγής
Θα μπορούσε ενδεχομένως να λυθεί με αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής, όμως αυτό δεν θα συμβεί σε μια χώρα προσανατολισμένη στον τουρισμό και στην εστίαση. Μένει μόνον η ηλεκτροκίνηση που όμως θα καθυστερήσει. Επιπλέον, η πράσινη μετάβαση δέχεται και τις παραμέτρους εισαγωγών και φυσικού αερίου, που αντισταθμίζουν και οδηγούν την αγορά χαμηλά. Όπως προκύπτει από το ισοζύγιο των εισαγωγών και εξαγωγών (Μάιος 2023 μέχρι και μέσα Απριλίου 2024) σημαντικός παράγοντας για την εξέλιξη των τιμών ΑΠΕ είναι και οι εισαγωγές.
Λόγου χάριν οι πρόσφατες εισαγωγές από τη Βουλγαρία, σε συνδυασμό με το ενεργειακό μείγμα των τεχνολογιών αλλά και με την ελάχιστη κατανάλωση, κατακρήμνισαν τις τιμές της πράσινης ενέργειας στην αγορά με αποτέλεσμα για αρκετά μεγάλα χρονικά διαστήματα αυτή να είναι μηδέν.
Έρχονται μέτρα – ποια μέτρα;
Τι μέλλει γενέσθαι; Ένα New Deal, στα πρότυπα του 2014 δεν φαίνεται να αποτελεί διέξοδο, ιδιαίτερα για τους μη καθετοποιημένους επενδυτές, είτε αυτοί είναι παραγωγοί είτε προμηθευτές. Κυρίως όμως δεν φαίνεται να αποτελεί διέξοδο για τους καταναλωτές ενέργειας, που ενδέχεται να δουν εκ νέου τους λογαριασμούς τους να αυξάνονται στο τμήμα του ΕΤΜΕΑΡ. Βέβαια ποτέ δεν ξέρει κανείς που θα καταλήξουν τα μέτρα που, σύμφωνα με πληροφορίες της Α Energy, ήδη μελετώνται για την εκ νέου ρύθμιση της αγοράς των ΑΠΕ. Όποια κι αν είναι αυτά είναι αναμενόμενο να μεριμνούν για τη διατήρηση ενός βασικού επιπέδου επενδυτικής ασφάλειας και φυσικά για τους καταναλωτές. Το σίγουρο είναι, ότι ο σημερινός «Γολγοθάς» των επενδύσεων στις ΑΠΕ θα πρέπει να καταλήξει σε μια ψύχραιμη και ρεαλιστική αποτίμηση της σημασίας και της προοπτικής τους.